Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για ατρόμητος στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ατρόμητ|ος [aˈtrɔmitɔs], άτρομ|ος [ˈatrɔmɔs] <-η, -ο> ΕΠΊΘ

ατρόμητος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский