Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για ενάρετος στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ενάρετ|ος <-η, -ο> [ɛˈnarɛtɔs] ΕΠΊΘ

ενάρετος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский