Ελληνικά » Γερμανικά

γαλέος [ɣaˈlɛɔs] SUBST αρσ

γαύρος [ˈɣavrɔs] SUBST αρσ

1. γαύρος (ψάρι):

Anchovis θηλ
Anschovis θηλ

2. γαύρος οικ:

Fan αρσ des Olympiakos

γάλος [ˈɣalɔs] SUBST αρσ

γάμος [ˈɣamɔs] SUBST αρσ

γάτος [ˈɣatɔs] SUBST αρσ

είδος [ˈiðɔs] SUBST ουδ

2. είδος (σε εμπορικό κατάλογο, εμπορεύματα):

Artikel αρσ
Waren θηλ πλ
Sportartikel αρσ πλ
Lederwaren θηλ πλ
Metallwaren θηλ πλ
Haushaltswaren θηλ πλ
Bürobedarf αρσ ενικ
Gebrauchsartikel αρσ πλ
Luxusartikel αρσ πλ
Porzellanwaren θηλ πλ
είδη ουδ πλ σπιτιού
Haushaltswaren θηλ πλ
Reisebedarf αρσ ενικ

3. είδος ΖΩΟΛ:

Art θηλ
geschützte Art θηλ

Ρόδος [ˈrɔðɔs] SUBST θηλ

κλάδος [ˈklaðɔs] SUBST αρσ

1. κλάδος (κλωνάρι):

Ast αρσ

3. κλάδος (που ακολουθεί ο φοιτητής):

Fach ουδ

4. κλάδος ΕΜΠΌΡ:

Branche θηλ

οπαδός [ɔpaˈðɔs] SUBST mf

γάβρος

γάβρος s. γαύρος

Βλέπε και: γαύρος

γαύρος [ˈɣavrɔs] SUBST αρσ

1. γαύρος (ψάρι):

Anchovis θηλ
Anschovis θηλ

2. γαύρος οικ:

Fan αρσ des Olympiakos

γαμψ|ός <-ή, -ό> [ɣamˈpsɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский