Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ασθμαίνω , σημαίνων και ασθματικός

ασθμαίνω [asˈθmɛnɔ] VERB αμετάβ nur präs und imperf

ασθματικ|ός <-ή, -ό> [asθmatiˈkɔs] ΕΠΊΘ ΙΑΤΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский