Ελληνικά » Γερμανικά

υδρογόνο [iðrɔˈɣɔnɔ] SUBST ουδ

υδρογονωμέν|ος <-η, -ο> [iðrɔɣɔnɔˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

υδρογενάση [iðrɔjɛˈnasi] SUBST θηλ

υδρογονι|όν <-όντος> [iðrɔɣɔniˈɔn] SUBST ουδ

υδρογεωλογία [iðrɔjɛɔlɔˈjia] SUBST θηλ

υδρογεωλόγος [iðrɔjɛɔˈlɔɣɔs] SUBST mf

υδρογονούχ|ος <-α, -ο> [iðrɔɣɔˈnuxɔs] ΕΠΊΘ

υδρογαμία [iðrɔɣaˈmia] SUBST θηλ ΟΙΚΟΛ

υδρόγειος [iˈðrɔjiɔs] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский