Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ομοιότητα , ομοιωτικός , ομοιοκαταληξία , ομοιοκαταληκτώ και ομοιόσταση

ομοιότητα [ɔmiˈɔtita] SUBST θηλ

1. ομοιότητα (ταυτότητα):

Gleichheit θηλ

2. ομοιότητα (μοιάσιμο):

Ähnlichkeit θηλ

ομοιόστασ|η <-εις> [ɔmiˈɔstasi] SUBST θηλ ΒΙΟΛ

ομοιοκαταληκτ|ώ <-είς> [ɔmiɔkatalikˈtɔ] VERB αμετάβ ohne Aoriststamm

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский