Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για στειροποιώ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στειροποι|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [stirɔpiˈɔ] VERB μεταβ

στειροποιώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский