Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: νεοφερμένος , αναφερόμενος , ενδιαφερόμενος και προαναφέρομενος

νεοφερμέν|ος <-η, -ο> [nɛɔfɛrˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

αναφερόμεν|ος <-η, -ο> [anafɛˈrɔmɛnɔs] ΕΠΊΘ (σχετικός)

ενδιαφερόμεν|ος (-η) [ɛnðiafɛˈrɔmɛn|ɔs, -i] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский