Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για ανακτορικός στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναφορικ|ός <-ή, -ό> [anafɔriˈkɔs] ΕΠΊΘ ΓΛΩΣΣ

ανάκτορο [aˈnaktɔrɔ] SUBST ουδ

1. ανάκτορο (κατοικία του βασιλιά):

Schloss ουδ
Palast αρσ

2. ανάκτορο (πολυτελές κτήριο):

Palais ουδ

ανακριτικ|ός <-ή, -ό> [anakritiˈkɔs] ΕΠΊΘ

μαστορικ|ός <-ή, -ό> [mastɔriˈkɔs] ΕΠΊΘ (εξαιρετικά επιδέξιος)

ανακλαστικ|ός <-ή, -ό> [anaklastiˈkɔs] ΕΠΊΘ

εκλεκτορικ|ός <-ή, -ό> [ɛklɛktɔriˈkɔs] ΕΠΊΘ

ανάκτορα [aˈnaktɔra] SUBST ουδ πλ (κατοικία του βασιλιά)

Schloss ουδ ενικ
Palast αρσ ενικ

I . ιστορικ|ός <-ή, -ό> [istɔriˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. ιστορικός:

II . ιστορικ|ός [istɔriˈkɔs] SUBST mf

Historiker(in) αρσ (θηλ)

ρητορικ|ός <-ή, -ό> [ritɔriˈkɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский