Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για αγριοκοιτάζω στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . αγριοκοιτά|ζω <-ξα, -χτηκα, -γμένος> [aɣriɔciˈtazɔ] VERB μεταβ (κάποιον, κάτι)

αγριοκοιτάζω

II . αγριοκοιτά|ζω <-ξα, -χτηκα, -γμένος> [aɣriɔciˈtazɔ] VERB αμετάβ (έχω ορισμένο ύφος)

αγριοκοιτάζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский