Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για μεταγράφω στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μεταγρά|φω <-ψα, -φτηκα, -μμένος> [mɛtaˈɣrafɔ] VERB μεταβ

1. μεταγράφω:

μεταγράφω

2. μεταγράφω ΝΟΜ:

μεταγράφω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский