Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για χειροτονώ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

χειροτον|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [çirɔtɔˈnɔ] VERB μεταβ

1. χειροτονώ ΘΡΗΣΚ:

χειροτονώ

2. χειροτονώ οικ (δέρνω):

χειροτονώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский