Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για λιμνάζω στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λιμνά|ζω <-σα> [limˈnazɔ] και μτφ (εμπόριο)

λιμνάζω
stehendes Gewässer ουδ ενικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский