Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για πανούκλα στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πανούκλα [paˈnukla] SUBST θηλ

1. πανούκλα (αρρώστια):

πανούκλα
Pest θηλ

2. πανούκλα μειωτ (γυναίκα):

πανούκλα
Drachen αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με πανούκλα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский