Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: φιλοφρόνηση , φιλοφροσύνη , δουλοφροσύνη , αλλοφροσύνη και φιλοφρονητικός

φιλοφρόνησ|η <-εις> [filɔˈfrɔnisi] SUBST θηλ

1. φιλοφρόνηση (ευγενική συμπεριφορά):

2. φιλοφρόνηση (κομπλιμέντο):

Kompliment ουδ

φιλοφροσύνη [filɔfrɔˈsini] SUBST θηλ

φιλοφρονητικ|ός <-ή, -ό> [filɔfrɔnitiˈkɔs] ΕΠΊΘ

δουλοφροσύνη [ðulɔfrɔˈsini] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский