Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: απίθανος , πιθανός , απιθώνω , επιθανάτιος , ημιθανής , αιθανάλη και πιθανολογώ

απίθαν|ος <-η, -ο> [aˈpiθanɔs] ΕΠΊΘ

1. απίθανος (μη αληθοφανής):

2. απίθανος (απίστευτος):

πιθαν|ός <-ή, -ό> [piθaˈnɔs] ΕΠΊΘ

επιθανάτι|ος <-α, -ο> [ɛpiθaˈnatiɔs] ΕΠΊΘ

πιθανολογ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα> [piθanɔlɔˈɣɔ] VERB αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский