Ελληνικά » Γερμανικά

ισχυρισμός [isçirizˈmɔs] SUBST αρσ

φουτουρισμός [futurizˈmɔs] SUBST αρσ

επικουρισμός [ɛpikurizˈmɔs] SUBST αρσ και μτφ

γυρισμός [jirizˈmɔs] SUBST αρσ

εκνευρισμός [ɛknɛvrizˈmɔs] SUBST αρσ

χωρισμός [xɔrizˈmɔs] SUBST αρσ

1. χωρισμός (δύο ανθρώπων):

Trennung θηλ

2. χωρισμός (διαίρεση):

Teilung θηλ in +αιτ

διορισμός [ðiɔrizˈmɔs] SUBST αρσ (τοποθέτηση)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский