Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για τιμιότητα στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τιμιότητα [timiˈɔtita] SUBST θηλ

τιμιότητα
Ehrlichkeit θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский