Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για εξορίζω στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εξορί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [ɛksɔˈrizɔ] VERB μεταβ

εξορίζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский