Ελληνικά » Γερμανικά

σκεπή [scɛˈpi] SUBST θηλ

σκεπή
Dach ουδ

σκέπη [ˈscɛpi] SUBST θηλ μτφ (προστασία)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский