Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για εξελίσσω στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . εξελί|σσω <-ξα, -χτηκα, -γμένος> [ɛksɛˈlisɔ] VERB μεταβ

εξελίσσω

II . εξελίσσομαι VERB αυτοπ ρήμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский