Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για αϋπνία στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αϋπνία [aipˈnia] SUBST θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με αϋπνία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский