Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για προσηνής στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προσιτ|ός <-ή, -ό> [prɔsiˈtɔs] ΕΠΊΘ

1. προσιτός:

προσήνεμ|ος <-η, -ο> [prɔˈsinɛmɔs] ΕΠΊΘ

προσήλι|ος <-α, -ο> [prɔˈsiliɔs] ΕΠΊΘ

I . προσηλώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [prɔsiˈlɔnɔ] VERB μεταβ (βλέμμα)

II . προσηλώνομαι VERB αυτοπ ρήμα (αφοσιώνομαι)

προσβολή [prɔzvɔˈli] SUBST θηλ

1. προσβολή (επίθεση):

Angriff αρσ

2. προσβολή (υβριστικός λόγος):

Beleidigung θηλ

4. προσβολή ΙΑΤΡ (καρδιακή):

Anfall αρσ
Herzschlag αρσ

I . προσ|δένω <-δεσα [ή -έδεσα], -δέθηκα, -δεμένος> [prɔzˈðɛnɔ] VERB μεταβ

II . προσδένομαι VERB αυτοπ ρήμα (βάζω τη ζώνη)

προσ|θέτω <-θεσα, -τέθηκα, -θεμένος [ή -τεθειμένος] > [prɔsˈθɛtɔ] VERB μεταβ

1. προσθέτω:

2. προσθέτω ΜΑΘ:

προσθήκη [prɔsˈθici] SUBST θηλ

1. προσθήκη (ό,τι προστέθηκε):

Zusatz αρσ

2. προσθήκη (κτιρίου):

Anbau αρσ

πρόσθι|ος <-α, -ο> [ˈprɔsθiɔs] ΕΠΊΘ

Vorder-, vordere(r, s)

προσκαλ|ώ <-είς, -εσα, -έστηκα, -εσμένος> [prɔskaˈlɔ] VERB μεταβ

προσκυν|ώ <-άς [ή -είς], -ησα, -ημένος> [prɔsciˈnɔ] VERB μεταβ

1. προσκυνώ ΘΡΗΣΚ:

2. προσκυνώ (δείχνω υποταγή):

πρόσληψ|η <-εις> [ˈprɔzlipsi] SUBST θηλ

2. πρόσληψη (ύφους):

Annahme θηλ

προσμ|ένω <-εινα> [prɔzˈmɛnɔ] VERB μεταβ

1. προσμένω (περιμένω):

2. προσμένω (έχω κάποια προσδοκία):

πρόσοδος [ˈprɔsɔðɔs] SUBST θηλ

2. πρόσοδος (έσοδο):

Einnahme θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский