Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για ένορκος στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . ένορκ|ος <-η, -ο> [ˈɛnɔrkɔs] ΕΠΊΘ

II . ένορκ|ος <-η, -ο> [ˈɛnɔrkɔs] SUBST αρσ/θηλ ΝΟΜ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский