Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για μούδιασμα στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μούδιασμα [ˈmuðjazma] SUBST ουδ

μούδιασμα
Einschlafen ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский