Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: καβγαδίζω , μπουγαδιάζω , καλοκαρδίζω και κακοκαρδίζω

καβγαδί|ζω <-σα> [kavɣaˈðizɔ] VERB αμετάβ

μπουγαδιά|ζω <-σα> [buɣaˈðjazɔ] VERB μεταβ/αμετάβ

I . κακοκαρδί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [kakɔkarˈðizɔ] VERB μεταβ (στενοχωρώ)

II . κακοκαρδί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [kakɔkarˈðizɔ] VERB αμετάβ (παίρνω κατάκαρδα)

I . καλοκαρδί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [kalɔkarˈðizɔ] VERB μεταβ (χαροποιώ)

II . καλοκαρδί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [kalɔkarˈðizɔ] VERB αμετάβ (ευχαριστιέμαι)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский