Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για μολυβόχρωμος στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μονόχρωμ|ος <-η, -ο> [mɔˈnɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

1. μονόχρωμος (γενικά):

γλυκόχρωμ|ος <-η, -ο> [ɣliˈkɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

μολύβδιν|ος <-η, -ο> [mɔˈlivðinɔs], μολυβένι|ος [mɔliˈvɛɲɔs] <-α, -ο> ΕΠΊΘ

μολυβδούχ|ος <-α, -ο> [mɔliˈvðuxɔs] ΕΠΊΘ

μολυβδύαλος [mɔliˈvðialɔs] SUBST αρσ

αργυρόχρωμ|ος <-η, -ο> [arjiˈrɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

αχυρόχρωμ|ος <-η, -ο> [açiˈrɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

ομοιόχρωμ|ος <-η, -ο> [ɔmiˈɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

μολυβδαίνιο [mɔliˈvðɛniɔ] SUBST ουδ

κηρόχρωμ|ος <-η, -ο> [ciˈrɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

απαλόχρωμ|ος <-η, -ο> [apaˈlɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

αστακόχρωμ|ος <-η, -ο> [astaˈkɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

ατσαλόχρωμ|ος <-η, -ο> [atsaˈlɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

ζεστόχρωμ|ος <-η, -ο> [zɛsˈtɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

ζωηρόχρωμ|ος <-η, -ο> [zɔiˈrɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

θερμόχρωμ|ος <-η, -ο> [θɛrˈmɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский