Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για παρέρχομαι στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . παρ|έρχομαι <-ήλθα> [paˈrɛrxɔmɛ] VERB αμετάβ (χρόνος)

παρέρχομαι

II . παρ|έρχομαι <-ήλθα> [paˈrɛrxɔmɛ] VERB αποθ ρήμα μεταβ (παραλείπω)

παρέρχομαι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский