Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για πολιορκώ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πολιορκ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [pɔliɔrˈkɔ] VERB μεταβ

πολιορκώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский