Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για ύστατος στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ύστατ|ος <-η, -ο> [ˈistatɔs] ΕΠΊΘ

ύστατος
allerletzte(r, s)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский