Ελληνικά » Γερμανικά

φακός [faˈkɔs] SUBST αρσ

2. φακός (μεγεθυντικός: για διάβασμα):

φακός
Lupe θηλ
Lupe θηλ

4. φακός (λάμπα):

φακός
Taschenlampe θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский