Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για βότσαλο στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βότσαλο [ˈvɔtsalɔ] SUBST ουδ

βότσαλο
Kieselstein αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский