Ελληνικά » Γερμανικά

μεσεντέριο [mɛsɛnˈdɛriɔ] SUBST ουδ ΑΝΑΤ

ξαστεριά [ksastɛˈri̯a] SUBST θηλ

1. ξαστεριά:

klarer Himmel αρσ

2. ξαστεριά (τη νύχτα):

καφετέρια [kafɛˈtɛria] SUBST θηλ

μεσέντερο [mɛˈsɛndɛrɔ] SUBST ουδ ΖΩΟΛ

εντερικά [ɛndɛriˈka] SUBST ουδ πλ

παρεντερικ|ός <-ή, -ό> [parɛndɛriˈkɔs] ΕΠΊΘ ΙΑΤΡ

γαστρεντερικ|ός <-ή, -ό> [ɣastrɛndɛriˈkɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский