Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: αξιολογώ , αξιόλογος , αξιοποιώ και αξιολόγηση

αξιολογ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> VERB μεταβ

1. αξιολογώ (γενικά):

evaluieren θηλ

2. αξιολογώ ΣΧΟΛ:

αξιόλογ|ος <-η, -ο> [aksiˈɔlɔɣɔs] ΕΠΊΘ

1. αξιόλογος (ασυνήθιστος, που δίνει λόγο θαυμασμού):

2. αξιόλογος (σημαντικός: συνεισφορά, ποιητής):

αξιοποι|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [aksiɔpiˈɔ] VERB μεταβ

1. αξιοποιώ (το ταλέντο μου, το χρόνο μου):

2. αξιοποιώ (έδαφος):

αξιολόγησ|η <-εις> [aksiɔˈlɔjisi] SUBST θηλ

2. αξιολόγηση ΣΧΟΛ:

Bewertung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский