Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για διχαλωτός στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διχαλωτ|ός <-ή, -ό> [ðixalɔˈtɔs] ΕΠΊΘ (κλωνάρι)

Παραδειγματικές φράσεις με διχαλωτός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский