Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για διατύπωση στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διατύπωσ|η <-εις> [ðiaˈtipɔsi] SUBST θηλ

1. διατύπωση (έκφραση σκέψης) ΜΑΘ:

διατύπωση
Formulierung θηλ
μαθηματική διατύπωση

Παραδειγματικές φράσεις με διατύπωση

μαθηματική διατύπωση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский