Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για ηπιότητα στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ηπιότητα [ipiˈɔtita] SUBST θηλ

ηπιότητα
Milde θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский