Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: θάνατος , ένατος , ενάλιος , δυνατός , ένθετος , εντός , γενάτος , ένατο , εννοώ και έννομος

εννο|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [ɛnɔˈɔ] VERB μεταβ

2. εννοώ (σημαίνω):

ένατο [ˈɛnatɔ] SUBST ουδ

γενάτ|ος <-η, -ο> [jɛˈnatɔs] ΕΠΊΘ

ένθετ|ος <-η, -ο> [ˈɛnθɛtɔs] ΕΠΊΘ ΜΗΧΑΝΙΚΉ

ενάλιος αμετάβλ
Unterwasser-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский