Ελληνικά » Γερμανικά

θεριστής (θερίστρ(ι)α) [θɛrisˈtis, θɛˈristr(i)a] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

θεριστής (θερίστρ(ι)α)
Mäher(in) αρσ (θηλ)

Θεριστής [θɛrisˈtis] SUBST αρσ (Ιούνιος)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский