στο λεξικό PONS
I. σπά|(ζ)ω <-σα, -σμένος> [ˈspa(z)ɔ] VERB μεταβ
1. σπά(ζ)ω (πιάτο, ξύλο κτλ):
2. σπά(ζ)ω (χαλώ):
II. σπά|(ζ)ω <-σα, -σμένος> [ˈspa(z)ɔ] VERB αμετάβ
1. σπά(ζ)ω (για πιάτο, ξύλο κτλ):
2. σπά(ζ)ω (χαλώ):
III. σπάζομαι VERB αυτοπ ρήμα
1. σπάζομαι οικ (θυμώνω):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.