Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: σπόγγος , σπάγκος , σπανίως , σπασμός , σπαρτός , σπάνιος , σπανός και σπάρος

σπόγγος [ˈspɔŋgɔs] SUBST αρσ

σπάγκος [ˈspaŋgɔs] SUBST αρσ

1. σπάγκος (σκοινάκι):

Schnur θηλ
Kordel θηλ

2. σπάγκος μτφ (τσιγγούνης):

Geizkragen αρσ

σπαν|ός <-ή, -ό> [spaˈnɔs] ΕΠΊΘ

σπάνι|ος <-α, -ο> [ˈspaniɔs] ΕΠΊΘ

σπαρτ|ός <-ή, -ό> [sparˈtɔs] ΕΠΊΘ

1. σπαρτός (σπαρμένος):

2. σπαρτός (σκορπισμένος):

σπασμός [spazˈmɔs] SUBST αρσ

σπανίως [spaˈniɔs] ΕΠΊΡΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский