Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: φιτιλιά , φυτόλη , φιτίλι , φυτώριο , φυτικός , φυτό , φυτεύω και φυτεία

φιτιλιά [fitiˈʎa] SUBST θηλ

φιτίλι [fiˈtili] SUBST ουδ

1. φιτίλι (κεριού):

Docht αρσ

2. φιτίλι (δυναμίτη):

Zündschnur θηλ

φυτόλη [fiˈtɔli] SUBST θηλ

φυτικ|ός <-ή, -ό> [fitiˈkɔs] ΕΠΊΘ

φυτώριο [fiˈtɔriɔ] SUBST ουδ

1. φυτώριο ΒΟΤ:

Baumschule θηλ

2. φυτώριο μτφ:

Nährboden αρσ

φυτεία [fiˈtia] SUBST θηλ

φυτ|εύω <-εψα, -εύτηκα, -εμένος> [fiˈtɛvɔ] VERB μεταβ

1. φυτεύω (φυτό):

2. φυτεύω (κήπο κτλ):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский