Ελληνικά » Γερμανικά

χλωμ|ός <-ή, -ό> [xlɔˈmɔs] ΕΠΊΘ

χλωμός
χλωμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский