Ελληνικά » Γερμανικά

τσάι <τσαγιού> [ˈtsai] SUBST ουδ

τσάι
Tee αρσ
Tee αρσ in Teebeuteln

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский