Ελληνικά » Γερμανικά

μνηστήρας [mnisˈtiras] SUBST αρσ

1. μνηστήρας:

μνηστήρας
Verlobter αρσ

2. μνηστήρας (θρόνου):

μνηστήρας
μνηστήρας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский