Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: αναμφισβήτητος , αδιαμφισβήτητος , αναμάρτητος και αναμφισβήτητα

αναμφισβήτητ|ος <-η, -ο> [anaɱfiˈzvititɔs] ΕΠΊΘ

αδιαμφισβήτητ|ος <-η, -ο> [aðiaɱfiˈzvititɔs] ΕΠΊΘ

αναμφισβήτητα [anaɱfiˈzvitita] ΕΠΊΡΡ

αναμάρτητ|ος <-η, -ο> [anaˈmartitɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский