Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: κατάξανθος , καστανόχρωμος , καστανομάλλης , καστανόψαρο , καστανάς και καστανός

κατάξανθ|ος <-η, -ο> [kaˈtaksanθɔs] ΕΠΊΘ

καστανόψαρο [kastaˈnɔpsarɔ] SUBST ουδ

καστανομάλλ|ης <-α, -ικο> [kastanɔˈmalis] ΕΠΊΘ

καστανόχρωμ|ος <-η, -ο> [kastaˈnɔxrɔmɔs] ΕΠΊΘ

κασταν|ός <-ή, -ό> [kastaˈnɔs] ΕΠΊΘ

1. καστανός (γενικά):

2. καστανός (μάτια):

κασταν|άς <-άδες> [kastaˈnas] SUBST αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский