Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για φοβίζω στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φοβί|ζω <-σα, -σμένος> [fɔˈvizɔ] VERB μεταβ

φοβίζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский