Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για αγροικία στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αγροικία [aɣriˈcia] SUBST θηλ (σπίτι)

αγροικία
Landhaus ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский