Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για φανέλα στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φανέλα [faˈnɛla] SUBST θηλ

1. φανέλα (είδος υφάσματος):

φανέλα
Flanell αρσ

2. φανέλα (εσώρουχο):

φανέλα
Unterhemd ουδ

3. φανέλα ΑΘΛ:

φανέλα
Trikot ουδ
φανέλα ομάδας

Παραδειγματικές φράσεις με φανέλα

φανέλα ομάδας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский